Ο ιδιοκτήτης του μοναδικού Enfield Safari, Barry King |
Η Enfield έχει κάτι κοινό με το εμπορικό σήμα της Royal Enfield, εκτός από το ότι ήταν μια εταιρεία που έδρευε στο Isle of Wight και ανήκε στον ελληνικό ναυπηγικό γίγαντα Γιάννη Γουλανδρή. Αυτή είναι η μόνη μάρκα αυτοκινήτου από το Isle of Wight. Το προϊόν της ήταν ένα ασυνήθιστο SUV sedan που ονομάστηκε, φυσικά, Enfield Safari.
Βασίστηκε στο πλαίσιο του Jeep CJ και είχε μια σειρά 4.2 λίτρων έξι αμερικάνικων κινητήρων κάτω από την κουκούλα. Τα υπόλοιπα αυτοκίνητα Enfield ήταν ηλεκτρικά μικρά και ονομάστηκαν 465, 8000 της Enfield Neorion. Το μοντέλο Safari παρέμεινε μόνο ένα πρωτότυπο όχημα που κατασκευάστηκε το 1972. Στο Isle of Wight, ένας ηλικιωμένος άνδρας, ο Barry King, έχει το Enfield Safari του για τριάντα χρόνια και δεν έχει καμία πρόθεση να τον ξεφορτωθεί. Και το οδηγώ, λέει.
Στο "IOW Bus Museum Running Day" στο Isle of Wight (17.10.2010) / Photo: John Berry |
Λόγω της πετρελαϊκής κρίσης του 1973, ο Γιάννης Γουλανδρής ενσωμάτωσε την Ένφιλντ (εταιρεία παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων του Ηνωμένου Βασιλείου στην οποία ήταν επίσης ιδιοκτήτης) στην εταιρεία του Νεωρίου και μετέφερε την γραμμή παραγωγής των αυτοκινήτων (τα οποία σχεδιάζονταν στο Ηνωμένο Βασίλειο από έλληνες και βρετανούς σχεδιαστές) στο νησί της Σύρου, δημιουργώντας έτσι μία νέα εταιρεία με την ονομασία «Ένφιλντ-Νεώριον Ε.Π.Ε.».
Παράλληλα, προσλήφθηκε στη νέα εταιρεία ένας νεαρός Έλληνας σχεδιαστής, ο Γεώργιος Μιχαήλ, ο οποίος την ίδια χρονιά παρουσίασε το μοντέλο E8000 Bicini, ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο τύπου jeep που λειτουργούσε με μπαταρίες, με μέγιστη τελική τα 65 χλμ/ώρα και αυτονομία 110-130 χλμ. Παρήχθησαν παραπάνω από 100 τέτοια οχήματα, τα οποία όμως δεν μπορούσαν να πουληθούν στην Ελλάδα λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων. Παρόλα αυτά το σύνολο της παραγωγής εξάχθηκε στο εξωτερικό (αγοράσθηκαν αρκετά από τα Αγγλικά Ταχυδρομεία).
Το 1974, ο Γιάννης Γουλανδρής είχε την ιδέα υλοποίησης ενός νέου μοντέλου πολυτελούς λιμουζίνας το οποίο θα είχε έντονο χαρακτήρα οχήματος 4x4. Μία ομάδα ελλήνων μηχανικών καθώς και ο Γεώργιος Μιχαήλ δούλεψαν στη Σύρο για 8 μήνες, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν το Neorion Chicago, μία μεγάλη λιμουζίνα με ρετρό αισθητική η οποία είχε στιβαρό σασί από αλουμίνιο κατασκευασμένο στο ναυπηγείο και ατσάλινο σκελετό, V8 κινητήρες, ενώ είχαν ενσωματωθεί και συγκεκριμένες ενισχύσεις για την προστασία των επιβατών. Πρόκειται για το δεύτερο πολυτελές SUV αυτοκίνητο στον κόσμο μετά το Range Rover.
Μία παραγωγική διαδικασία που περιείχε 4 τέτοια οχήματα είχε ξεκινήσει, όταν μία αλλαγή στα ελληνικά νομοσχέδια καταδίκασε τις προοπτικές αγοράς του αυτοκινήτου. Δύο από τα τέσσερα οχήματα πρόλαβαν να ολοκληρωθούν, πριν διακοπεί οριστικά η παραγωγή το 1976. Το ένα από αυτά (το κόκκινο) εκτίθεται σήμερα στο Κέντρο Διάδοσης Επιστημών & Μουσείο Τεχνολογίας της Θεσσαλονίκης και το δεύτερο (το μπλε) ανήκει σε ιδιωτική συλλογή και βρίσκεται στο Isle of Wight.
Παράλληλα, προσλήφθηκε στη νέα εταιρεία ένας νεαρός Έλληνας σχεδιαστής, ο Γεώργιος Μιχαήλ, ο οποίος την ίδια χρονιά παρουσίασε το μοντέλο E8000 Bicini, ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο τύπου jeep που λειτουργούσε με μπαταρίες, με μέγιστη τελική τα 65 χλμ/ώρα και αυτονομία 110-130 χλμ. Παρήχθησαν παραπάνω από 100 τέτοια οχήματα, τα οποία όμως δεν μπορούσαν να πουληθούν στην Ελλάδα λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων. Παρόλα αυτά το σύνολο της παραγωγής εξάχθηκε στο εξωτερικό (αγοράσθηκαν αρκετά από τα Αγγλικά Ταχυδρομεία).
Το 1974, ο Γιάννης Γουλανδρής είχε την ιδέα υλοποίησης ενός νέου μοντέλου πολυτελούς λιμουζίνας το οποίο θα είχε έντονο χαρακτήρα οχήματος 4x4. Μία ομάδα ελλήνων μηχανικών καθώς και ο Γεώργιος Μιχαήλ δούλεψαν στη Σύρο για 8 μήνες, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν το Neorion Chicago, μία μεγάλη λιμουζίνα με ρετρό αισθητική η οποία είχε στιβαρό σασί από αλουμίνιο κατασκευασμένο στο ναυπηγείο και ατσάλινο σκελετό, V8 κινητήρες, ενώ είχαν ενσωματωθεί και συγκεκριμένες ενισχύσεις για την προστασία των επιβατών. Πρόκειται για το δεύτερο πολυτελές SUV αυτοκίνητο στον κόσμο μετά το Range Rover.
Μία παραγωγική διαδικασία που περιείχε 4 τέτοια οχήματα είχε ξεκινήσει, όταν μία αλλαγή στα ελληνικά νομοσχέδια καταδίκασε τις προοπτικές αγοράς του αυτοκινήτου. Δύο από τα τέσσερα οχήματα πρόλαβαν να ολοκληρωθούν, πριν διακοπεί οριστικά η παραγωγή το 1976. Το ένα από αυτά (το κόκκινο) εκτίθεται σήμερα στο Κέντρο Διάδοσης Επιστημών & Μουσείο Τεχνολογίας της Θεσσαλονίκης και το δεύτερο (το μπλε) ανήκει σε ιδιωτική συλλογή και βρίσκεται στο Isle of Wight.